δεδεγμένη

δεδεγμένη
δέχομαι
take
perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • δεδεγμένῃ — δέχομαι take perf part mp fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μητρόθεν — (Α μητρόθεν, δωρ. τ. ματρόθεν) 1. επίρρ. από την πλευρά τής μητέρας («ματρόθεν Ἀστυδάμειας», Πίνδ.) 2. από τήν ίδια τη μητέρα ή από το μητρικό χέρι («ὅν ἐξέθρεψα μητρόθεν δεδεγμένη», Αισχύλ.) 3. από την κοιλιά ή από τα σπλάγχνα τής μητέρας.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”